- μεταπολεμικός
- -ή, -ό1. (γενικά) αυτός που υπάρχει ή γίνεται μετά από έναν πόλεμο2. (ειδικά) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μετά από τους δύο παγκόσμιους πολέμους περίοδο («η μεταπολεμική οικονομική κατάσταση τής Ευρώπης»).επίρρ...μεταπολεμικώς και -άκατά την μετά τον πόλεμο περίοδο.
Dictionary of Greek. 2013.